Το παγωμένο πουλάκι
(Χάρης Σακελλαρίου)
Έξω πέφτει χιόνι κι είναι παγωνιά
κι όλοι μαζευτήκαν στη ζεστή γωνιά.
Άσπρισαν οι δρόμοι, στρώθηκε η αυλή
κι ο βοριάς σφυρίζει, τώρα πιο πολύ.
Στο παράθυρό μας στέκει ένα πουλί
και χτυπά το τζάμι και παρακαλεί:
-Πάρτε με κοντά σας, για να ζεσταθώ.
Τρέμω το καημένο κι έξω θα χαθώ.
-Έλα ‘δω, πουλάκι, για να ζεσταθείς,
όλοι σ’ αγαπούμε. Μη μας φοβηθείς.
Από το ψωμί μας ψίχουλα να φας
κι όταν βγει ο ήλιος λεύτερο πετάς.
*
Τα καημένα τα πουλάκια
(Ναπολέων Λαπαθιώτης)
Κρύο βαρύ, χειμώνας όξω,
τρέμουν οι φωτιές στα τζάκια,
τώρα ποιός τα συλλογιέται
τα καημένα τα πουλάκια!
Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,
τα πουλάκια είναι στα δάση,
τα πουλάκια θα τα πάρει
ο βοριάς που θα περάσει,
η βροχή και το χαλάζι
κι ο βοριάς που θα περάσει,
και το χιόνι που το παίρνουν
στις αυλές με το φαράσι.
Κι αν η νύχτα είναι μεγάλη,
κι έρχεται γιομάτη τρόμους,
κι αν ο θάνατος απόψε,
φέρνει γύρα μες τους δρόμους,
κι αν η παγωνιά θερίζει
κι είναι δίχως ρουχαλάκια,
δε βαριέσαι, ποιος θυμάται
τα καημένα τα πουλάκια.
Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,
τα πουλάκια είναι στα δάση,
τα πουλάκια θα τα πάρει
ο βοριάς που θα περάσει.
Στα παιδάκια είναι τα χάδια,
στα παιδάκια τα φιλάκια,
τώρα ποιός τα συλλογιέται
τα καημένα τα πουλάκια!
Κι όταν γίνει, πάλι, βράδυ
κι όλοι πάνε να πλαγιάσουν,
να χωθούν μες τα κρεβάτια,
μη τυχόν και ξεπαγιάσουν,
τα πουλάκια τα καημένα,
τα πουλάκια, τώρα, πέρα
θα χαθούν χωρίς ελπίδα
να φανούν την άλλη μέρα…
*
Τι μας κάνεις χειμώνα;
(Γιώργης Κρόκος)
Έβρεξες και χιόνισες,
άσπλαχνε χειμώνα.
Πάγωσες την όμορφη
τρυφερή ανεμώνα.
Όλους μας φυλάκισες
μέσα στη φωλιά μας.
Φύσηξες και ρήμαξες
την αμυγδαλιά μας.
Φτάνουν πια οι κακοκαιρίες
φτάνουν πια τα χιόνια.
Άσε να ‘ρθει η άνοιξη
με τα χελιδόνια.
*
Το χιόνι
(Κώστας Καρυωτάκης)
Τι καλά που ‘ναι στο σπίτι μας
τώρα που έξω πέφτει χιόνι!
Το μπερντέ παραμερίζοντας
τ’ άσπρο βλέπω εκεί σεντόνι
να σκεπάζει όλα τα πράγματα,
δρόμους, σπίτια, δένδρα, φύλλα.
Πόσο βλέπω μ’ ευχαρίστηση
μαζεμένη τόση ασπρίλα.
Όμως, κοίτα, τουρτουρίζοντας
το κορίτσι εκείνο τρέχει.
Τώρα στάθηκε στην πόρτα μας,
ψωμί λέει πως δεν έχει,
πως κρυώνει, πως επάγωσε…
Έλα μέσα κοριτσάκι,
το τραπέζι μας εστρώθηκε
κι αναμμένο είναι το τζάκι!
*
Ο χειμώνας
(Λάκης Παπαδήμας)
Ὁ χειμώνας ήλθε πάλι
κι όλοι γύρω στο μαγκάλι
έχουν μαζευτεί.
Ρίχτε κάστανα στη θράκα,
παραμύθια η γιαγιάκα
θα ‘ρθει, να μας ‘πει.
Έξω πέφτει το χαλάζι
και τη θύρα μας τραντάζει
τώρα ο Βοριάς.
Μεσ’ την κρύα ανατριχίλα
σκορπισθήκανε τα φύλλα
της κληματαριάς.
Μεσ’ την άγρια τούτη μπόρα
Τρομαγμένα όλα τώρα
πάνε τα πουλιά.
Λίγη ζέστη για να βρούνε
τσίου – τσίου, θα κρυφθούνε,
μέσα στη φωλιά.
Από το Αναγνωστικό της Β’ τάξης του Δημοτικού, ΟΕΔΒ, 1963
Γύρω γύρω όλοι
(Ρένα Καρθαίου)
Γύρω γύρω όλοι!
Χιόνια στο περβόλι.
Άσπρα γίναν τα κλαριά,
άσπρα στρώθηκαν χαλιά,
κι ο Χιονάνθρωπος απέξω
με καλεί να παίξω.
Γύρω γύρω όλοι!
Άνθη στο περβόλι.
Άνθισεν η κερασιά,
ρόδισε η ροδακινιά,
παντού χλόη και γρασίδι,
ώρα για παιχνίδι.
Γύρω γύρω όλοι!
Ζέστη στο περβόλι.
Σύκα γέμισε η συκιά,
κόκκινη η κληματαριά,
κι ένα τόσο δα πουλί
«έλα έξω» με καλεί.
Γύρω γύρω όλοι!
Μαραμένο το περβόλι.
Φύλλα σκέπασαν τη γη,
η βροχή πια δεν αργεί
του σχολειού η καλή ποδιά
αγκαλιάζει τα παιδιά.
Γύρω γύρω όλοι!
Η ζωή περβόλι.
Άνθη, χιόνια και βροχή
κάθε χρόνο απ’ την αρχή.
Και το ξέρουμε όλοι:
Μια δουλειά, μια σκόλη.
Από το Aνθολόγιο Δημοτικού, α’ μέρος, ΟΕΔΒ, 1975
(Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων)
*
Πουλάκι του χειμώνα
(Μιχαήλ Δ. Στασινόπουλος)
Μες στο κρύο, έξω απ’ το σπίτι,
ξένο πέταξε σπουργίτι.
Φύλλο, σπόρος πουθενά,
πώς κρυώνει και πεινά!
Το παράθυρο θ’ ανοίξω
δυο σπυράκια να του ρίξω.
–Έλα μέσα δω, πουλί,
ζεστασιά θα βρεις πολλή.
Δεν ακούει, μόνο τσιμπάει
δυο σπυράκια και πετάει.
–Ταξιδιάρικο πουλί,
πέταξε, ώρα σου καλή.
*
Ο Χιονάνθρωπος
(Ντίνα Χατζηνικολάου)
Όλα σκεπάστηκαν μ’ άσπρο χαλί,
γλέντι τρικούβερτο μες την αυλή.
-Χιονάνθρωπο πάμε να φτιάσουμε,
ελάτε, παιδιά, να γελάσουμε!
Να τ’ ανθρωπάκι! Καπέλο φαρδύ,
πούρο στο στόμα, στο χέρι ραβδί,
είν’ όλο πόζα και μεγαλείο!
(Ήλιε, μην κάνεις κανέν’ αστείο…)
Δέστε! Θαρρώ μας γελά πονηρά.
Μας βγήκε ο ήλιος…Τι συμφορά!
Και τ’ ανθρωπάκι πια δε γελάει.
Δάκρυσε λίγο, έλιωσε πάει…
*
Χιονοπόλεμος
(Στέλιος Σπεράντσας)
Χιόνισε και κάναμε
μια άσπρη στοίβα τόση.
Τέτοιο χιόνι πούπουλο,
Θεέ μου, να μη λιώσει.
Ε, με το χιονάνθρωπο
τραβηχτείτε πέρα
άναψεν ο πόλεμος
πάρτε πρώτη σφαίρα.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.